Η γιαγιά μου η Αφέντρα από τα Διακονα της Αργυρούπολης του Πόντου, το γένος Ευσταθιάδη, είχε τρείς γιούς και γέννησε αρκετές κόρες που πέθαναν μικρές και κανένας δεν θυμόταν.Μετά τον Παπάγο βάρυνε και έπαθε, όπως το έλεγαν τότε, συμφόρηση. Εμενε με τον θείο μου τον Πέτρο. Κατάκοιτη. Της πήγαινα φαγητό με ένα σεφέρ τασί κάθε μέρα του καλοκαιριού του 1956. Μόλις με έβλεπε, μου μιλούσε στα ποντιακά. Δεν καταλάβαινα γρύ, οπότε θύμωνε, πάλι στα ποντιακά. Το έφερε βαρέως που ο πατέρας μου ο Φέντιας παντρεύτηκε μιά ξένη και επομένως και το παιδί του ήταν ξένο .Με αγαπούσε, το ήξερα, και δεν γνώριζα τότε ότι δεν άντεχε να με κρατάει όταν η μάνα μου ήταν στη δουλειά και με αποκαλούσε σκυλοκούταβο.
Εγώ έφερα βαρέως που δεν καταλάβαινα τι μου έλεγε, επίσης. Μιά μέρα, θυμάμαι πως ερχόμουνα από του Τσιρέλη και μόλις μπήκα στο στενάκι του Μπίλη,προς του Ψαρρή, έξω από το σπίτι του θείου μου, προσευχήθηκα θερμά και ζήτησα να λάβει ένα τέλος το μαρτύριό μου.Μόλις μπήκα και άφησα το σεφέρ τασί στη θεία μου την Νούλα, έρριξα μιά κλεφτή ματιά στο δωμάτιο της γιαγιάς Αφέντρας, παραξενεμένος που δεν μου φώναζε. Είδα ότι προσπαθούσε, αλλα δεν μπορούσε. Το στόμα της είχε γεμίσει έναν πηχτό, κατάλευκο αφρό. Πήγα ήρεμα και το είπα στη θεία μου. Μετά ήρθε ο γιατρός και αργά το μεσημέρι, ενώ περίμενε όλο το σόι έξω, απέναντι από τον συνεταιρισμό και το γυμνάσιο του Ιντζεσίλογλου, ο δόκτωρ Κανδυλάκης είπε σε όλους "τώρα μόνον ο Θεός" και τα παιδιά της συνοφρυώθηκαν. Ο θείος μου ο Πέτιας, ο Πέτρος, δάκρυσε.
Πέθανε και ήταν λίγο πριν την 10η Αυγούστου 1956. Πρέπει να ήταν 75 χρονών.Εγώ ήμουν οκτώ και πεπεισμένος, έτη πολλά, ότι την θανάτωσα.
Η πηγή εδώ
Πέθανε και ήταν λίγο πριν την 10η Αυγούστου 1956. Πρέπει να ήταν 75 χρονών.Εγώ ήμουν οκτώ και πεπεισμένος, έτη πολλά, ότι την θανάτωσα.
Η πηγή εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου