Παρασκευή 25 Ιουνίου 2010

Γεύσις Από Ξύλο, του Χ2

Το ερπετό ήταν πρώτον παραλογοτέχνης και δεύτερον από χωρίον πλησίον της ωραίας πόλεως του Βόλου. Και γύρισε επί έτη πολλά την αγορά και πολλά υποσχέθηκε, ότι τον έναν θα τον κάνει πρύτανη του Πανεπιστημίου με το οποίο συνεργάζεται, τον άλλον διευθυντή του Κέντρου Υψηλής Τέχνης που είχε ήδη στα σκαριά και έτζι ετσίμπαγε κανένα φράγκο από τους αφελείς, ήγουν τον εκερνούσανε κανένα καϊφέ. Ήρθε καιρός όμως που οι άνθρωποι φανερώθηκαν δύσπιστοι και τούτος έγινε αποσυνάγωγος, και μετά ταύτα εφθόνησε βιβλίον εις βιτρίνα παλαιοπωλείου πέριξ της Ομονοίας, αμή δεν είχε χρήματα να το αγοράσει. Το λοιπόν εστάθηκε έμπροσθεν της βιτρίνας αναλογιζόμενος, είτα τον είλκυσε το εντός αγοράζοντας έτερον βιβλιαράκιον πολλά φθηνότερον. Και όλα επροχωρούσανε καλώς, έως ότου ο καταστηματάρχης παρατήρησε ότι το σπάνιο βιβλίο της βιτρίνας έλειπε. Και είπε στον πολλά βαρύ πελάτη του ότι "μέχρι που μπήκες εσύ, εκεί ήντουνε το βιβλίο και τώρα δεν υπάρχει. Ρίξτο πίσω για να τελειώνει εδώ η ιστορία". Και ο πελάτης πήρε να διαμαρτύρεται ότι όχι εγώ δεν είμαι έτζι, και αδίκως με κατηγοράς, και από κουβέντα σε κουβέντα τραβάει κάποτε το περί ου ο λόγος κτήμα έξω από την τσάντα του και του το πετάει στα μούτρα φωνάζοντας "πάρε κι εσύ το κωλοβιβλίο σου. Είκοσι ευρώ το είχες, σιγά μην αξίζει τόσα". Και για το τι επακολούθησε δεν έχω λέξεις, παρά μόνο μια περιγραφή του Μάριου Μαρκίδη "πάταγος ύστερον γκρεμίσματος και κατρακύλα και γδούποι, γδούποι μουντοί και ω λύπη δια την παράβασιν και ω πικρότατη γεύσις τόσης τιμωρίας", ήγουν ξύλο, ξύλο πολύ αδελφοί από την Ομόνοια μέχρι τη Σόλωνος. "Ότι η βασιλική τράπεζα θέλει και βασιλικούς υπηρέτας και η έπαρσις τζακίζεται"...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου